Ως παραβατικότητα ανηλίκων, σε διεθνές επίπεδο, ορίζεται η «συμμετοχή ενός ανήλικου, κατά κανόνα μεταξύ 10 και 17 ετών σε έκνομες συμπεριφορές ή δραστηριότητες». Η παραβατικότητα αναφέρεται στην παραβίαση τυπικών και άτυπων κανόνων, η σόβαρότητα των οποίων κυμαίνεται από μικρής σημασίας έως μεγάλης σοβαρότητας.
Η παραβατικότητα των ανηλίκων συνιστά ένα πολύ σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο λόγω των συνεπειών που φέρει στο κοινωνικό σύνολο, μιας και νέοι παραβάτες συνιστούν το μέλλον κάθε κοινωνίας. Μέσω του σχολείου τα παιδιά αυτά θα μπορούν να ενταχθούν στην εκπαίδευση και κατάρτιση και μέσω της συμβουλευτικής σταδιοδρομίας να βοηθηθούν να επιλέξουν σχολείο και κατεύθυνση επαγγελματική με στόχο την κοινωνική ένταξη και απόκτηση προσόντων για την αγορά εργασίας.